της Νίνας Γεωργιάδου

Επανέρχομαι με μια δεύτερη επιστολή διότι έχω μείνει εμβρόντητη!
Διαβάζω και ξαναδιαβάζω το πόρισμα του Τσεβά για τους νεκρούς του Πολυτεχνείου, βλέπω το όνομά σου ανάμεσα σε τόσα άλλα κι όμως μαθαίνω πως δεν είσαι νεκρός. Πώς μπόρεσες να συμβάλεις σ’ αυτή την ιστορική παραχάραξη;
Δεν ξέρω πια τι να υποθέσω.
Όμως ας πάρουμε τα πράγματα απ’ την αρχή γιατί η συναισθηματική μου φόρτιση κάνει τον πρόλογο δυσνόητο.
Ίσως οι διευκρινίσεις που ακολουθούν να περιττεύουν, μιας και, όντας ζωντανός, έχεις προσωπική αντίληψη όσων συμβαίνουν και συνταράσσουν την εντελώς κοινή γνώμη. Φοβάμαι όμως ότι η ανωριμότητα που σε οδήγησε σ’ αυτή τη σκευωρία, εξακολουθεί να σε εμποδίζει από το να δεις τα πράγματα με την κρυστάλλινη ενάργεια που θα στα παραθέσω.
Τον τελευταίο καιρό εμφανίστηκε μια πολύ πατριωτική οργάνωση, πατριωτικότερη των συνήθων πατριωτών, η οποία αποκαθιστά ιστορικές αλήθειες (βάναυσα διαπομπευμένες από αντιπατριώτες) αναδεικνύει το μεγαλείο της φυλής, καθώς και τον ευλύγιστο πλούτο της νεοελληνικής μας γλώσσας.
Με συγχωρείς που παρεκκλίνω λιγάκι της ουσίας, προκειμένου να σε ενημερώσω λεπτομερειακά. Με μια ονομασία που επιτέλους παραπέμπει σε φως στο βάθος του τούνελ και καθώς συνδυάζεται με το βαρύτιμο μέταλλο, αποκτά διπλή βαρύτητα, τα μέλη της ελπιδοφόρου αυτής οργάνωσης διαθέτουν ένα ζηλευτά δομημένο σωματότυπο ο οποίος, από μόνος του, αποπνέει αισθήματα ησυχίας, τάξης και ασφάλειας.